Οδοιπορικό στη Σιβίστα. 12 Δεκεμβρίου 2006:
Κοίμηση Της Θεοτόκου "Σιβιστούπολης" και ο Σταυρός του Μαρτυρίου.
Παραμονή πρωτοχρονιάς, βρέθηκα στην ορκωμοσία του νέου Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ασπροποτάμου Ευρυτανίας, μετά από πρόσκληση για την φωτογραφική κάλυψή της. Έφυγα από το Καρπενήσι παρέα με τον φίλο και συνεργάτη μου εκπαιδευτικό Γιώργο Αθανασιά και τον πατέρα Παναγιώτη Αθανασιά, εφημέριο του Μητροπολιτικού Ναού της Αγίας Τριάδας Καρπενησίου.
Η ορκωμοσία τελέστηκε σε κλίμα συναίνεσης και ομόνοιας, μετά το περιπετειώδες αποτέλεσμα των εκλογών της 15ης Οκτωβρίου 2006. Εκτός των πολλών δημοτών, σύσσωμο παραβρέθηκε και όλο το νέο Δημοτικό Συμβούλιο.
Στην τελετή, μεταξύ των άλλων, παραβρέθηκαν ο βουλευτής Ευρυτανίας κ. Δημοσθένης Τσιαμάκης, ο πρόεδρος της Τ.Ε.Δ.Κ. Ευρυτανίας και Δήμαρχος Απεραντίων κ. Δημήτριος Τάτσης, ο νεοεκλεγείς δήμαρχος του Δήμου Φραγκίστας και γνωστός δικηγόρος κ. Θωμάς Μπόνιας, ο Νομαρχιακός Σύμβουλος και Πρόεδρος του Νομαρχιακού Συμβουλίου Ευρυτανίας κ. Στυλιανός Δημητρόπουλος και ο νεοεκλεγείς Νομαρχιακός Σύμβουλος κ. Δημήτριος Κατσιάδας.
Μετά το πέρας της τελετής, μας παρατέθηκε επίσημο γεύμα σε παρακείμενη ταβέρνα
Εκεί, είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τον βουλευτή μας για πολλά θέματα και ιδιαίτερα για βασικά προβλήματα του τόπου μας. Η κουβέντα, αφού απέκτησε μια ρομαντική απόχρωση, μας ταξίδεψε σε άλλες εποχές. Βέβαια, μας απασχόλησαν και πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν σε τούτον τον τόπο και φυσικά μιλήσαμε για τον πολιτισμό του. Ο κ. Τσιαμάκης, αν και φορτωμένο το πρόγραμμά του, μου πρότεινε, φεύγοντας, να περάσουμε από την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, στα όρια των Απεραντίων, για μία οπτική στις ιδέες της κουβέντας μας.
Φέτος, η στάθμη της λίμνης, έπεσε σε πολύ χαμηλά επίπεδα και έφερε στη επιφάνεια εικόνες μιας άλλης εποχής. Βρισκόμασταν πάνω από την Σιβίστα, την ιδιαίτερη πατρίδα του βουλευτή μας, όταν άρχισα να τον βομβαρδίζω με πολλές ερωτήσεις για την παλιά "Σιβιστούπολη" κι αυτός, πρόθυμος πάντα, μου απαντούσε με νοσταλγία. Σε κάποια στιγμή, το βλέμμα μας ατένισε απέναντι κάποια ερείπια. Ήταν ο γκρεμισμένος Ναός του χωριού, η Κοίμηση της Θεοτόκου, που αποκαλύφτηκε από τα νερά της λίμνης κι εκείνη τη στιγμή έμοιαζε σαν τη γοργόνα της θάλασσας που ξαπόσταινε δίπλα στα νερά της λίμνης, μετά από 40 τόσα χρόνια κατάδυση στου βυθού τα άπατα.
-Δημοσθένη, τι λες; Πάμε; Δεν φαίνεται να είναι μακριά από τον χωματόδρομο... 200 με 250 μ. είναι, πάμε; Πρότεινα στον κ. Τσιαμάκη.
Όμως η λαχτάρα μου να πάω κοντά στης Παναγίας τον πληγωμένο συθέμελα Ναό, για μια στιγμή χάθηκε, όταν κοίταξα τα παπούτσια του βουλευτή.
-Τι λες με το μυαλό σου...; Τι με κοιτάζεις...; Τι με πέρασες εμένα...; Είμαι οργανωμένος εγώ... έχω άρβυλα στο αυτοκίνητο, μου αποκρίθηκε εκείνος.
Αυτό ήτανε! Χωρίς δεύτερη σκέψη, ξεκινήσαμε. Στην πορεία μας, περνούσαμε από τα παλιά σοκάκια του χωριού κι ο κ. Τσιαμάκης ανέλαβε το ρόλο του ξεναγού. Ενός ξεναγού που τα σπινθηροβόλα μάτια του βούρκωναν σε κάθε γωνιά, σε κάθε καγκέλι, σαν τα βήματά του έφερναν στο νου του παλιές αναμνήσεις.
Κάποια στιγμή, αντικρίσαμε την εκκλησία από ψηλά. Με δέος στάθηκα και άρχισα να φωτογραφίζω με φόντο το απέραντο υγρό στοιχείο. Δεν πρόλαβα καλά - καλά να τελειώσω και μες το κάδρο μου εμφανίστηκε η σιλουέτα του βουλευτή! Μα καλά, πότε πρόλαβε και κατέβηκε! Εικόνες από ταινία του Αγγελόπουλου έτρεχαν μπρος τα μάτια μου, αλλά ετούτες οι σκηνές ήταν αληθινές. Η σκέψη σε ξέφρενους ρυθμούς, μάταια αγωνιά κάπου να βρει τη λογική της... Η οπτική, σε άγνωστο διάφραγμα και χρόνο, με τον φωτογραφικό φακό εστιασμένο σε τούτο το παράδοξο, αλλά συνάμα αληθινό κάδρο. Πλησιάζοντας, το θρησκευτικό απομεινάρι, αρχίζει να εκμηδενίζει την φωτογραφική εικόνα και διαπιστώνεις πόση αστείρευτη αγάπη έχει το Θείο και τα έργα του, αν και πληγωμένο από την ασθένεια της ανθρώπινης ματαιοδοξίας. Ένα σφίξιμο πόνου στην καρδιά και άθελά μου ένας αναστεναγμός βγαίνει από βαθιά μέσα μου, προσπαθώντας να αποτινάξει κάτι που δεν ξέρω, κάτι που μου φαίνεται τόσο γνωστό... αλλά που καθόλου δεν γνωρίζω...
Μετά από τις φωτογραφίες, αρχίσαμε να επεξεργαζόμαστε το γύρω χώρο, σα να θέλαμε να βρούμε κάτι. Κρανίου τόπος! Ανατολικά του ναού, υπήρχε το κοιμητήριο του χωριού. Πριν τη μεγάλη καταστροφή που επέφερε η τεχνητή λίμνη, οι κάτοικοι της Σιβίστας, με ευλάβεια συνέλεξαν όλα τα οστά των προγόνων τους και τα μετέφεραν ψηλά, νότια στο νέο κοιμητήριο του Πρατοβουνείου. Σήμερα, όμως, αντικρίσαμε ένα θέαμα που μας εξέπληξε. Τα νερά της λίμνης αποκάλυψαν διάσπαρτα οστά και αρχίσαμε να απορούμε. Ο Δημοσθένης καλούσε με το κινητό τηλέφωνο συγγενείς και χωριανούς του, για να τους πληροφορήσει, ενώ εγώ συνέχιζα να ερευνώ με μεγάλη περιέργεια. Εντύπωση μου δημιουργούσε το γεγονός, ότι ανάμεσα στο αναμόχλευμα που άφησαν τα νερά της λίμνης, υπήρχαν και πολλά διάσπαρτα θραύσματα κεραμικών αγγείων. Όχι, δεν πρόκειται για ξεχασμένους νεκρούς από την τελευταία συγκομιδή, αλλά για οστά προγενέστερων κατοίκων που ξεχάστηκαν στο πέρασμα των αιώνων. Νότια και σε ακτίνα εφτακοσίων μέτρων από τον ναό, υπάρχει το Κάστρο του Κάρολου Τόκκου. Όπως ξέρουμε, το μεσαιωνικό τούτο κάστρο, είναι χτισμένο πάνω σε αρχαιότερο των αρχαίων Αγραίων. Όπως, επίσης, γνωρίζουμε, η ευρύτερη περιοχή των Απεραντίων βρίθει από αρχαία κάστρα και οικισμούς. Το πιο πιθανό, λοιπόν, είναι να πρόκειται για αρχαίο κοιμητήριο.
Το φως του ήλιου μας αποχαιρετούσε από τον Άγιο Ανδρέα της Καλάνας, στέλνοντάς μας τις τελευταίες ακτίνες του 2006. Μια - δυο τελευταίες ματιές και ξεκινούμε για τον δρόμο της επιστροφής, όταν... «Να το...», ακούω το Δημοσθένη. Γυρίζω και τον βλέπω σκυμμένο πίσω από το Ιερό του Ναού, να προσπαθεί να σηκώσει κάτι βαρύ. Ήταν ο πέτρινος Σταυρός του ναού, που βρίσκονταν ανάμεσα στα χαλάσματα, ο οποίος φέρει στο κέντρο του χαραγμένη την χρονολογία 1817. Κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο, χωρίς να ανταλλάξουμε κουβέντα. «Τι λες...;», μου λέει. «Θα τα καταφέρουμε...;» «Ας δοκιμάσουμε...», του απάντησα.
Το ύψος του πέτρινου Σταυρού, είναι 60 εκ. περίπου, ενώ το βάρος του... Δεν ήταν μια τυχαία πέτρα και με πολύ θέληση αποφασίσαμε να τον πάρουμε μαζί μας. Ήταν ο Σταυρός του Ναού που σύντομα θα τον έκρυβε και πάλι το απέραντο νερό της λίμνης. Εδώ, επιτρέψτε μου να σημειώσω τις καλλιτεχνικές ικανότητες του πολιτικού Δημοσθένη Τσιαμάκη. Στο προαύλιο, υπήρχε το μισογκρεμισμένο πηγάδι της εκκλησίας, το οποίο ξέχασα να φωτογραφίσω. Το θυμήθηκα την στιγμή που φορτώθηκα τον Σταυρό. Θα το φωτογραφίσω εγώ... αποκρίθηκε ο Δημοσθένης μιας και κουβαλούσε τη φωτογραφική μου μηχανή. Το αποτέλεσμα της φωτογράφησης συγκρίνεται μόνο με φωτογραφία επαγγελματία φωτογράφου, καθώς και οι επόμενες που ακολούθησαν. Στα 30 με 40 μέτρα η πρώτη στάση και το ιερό κειμήλιο περνά στην πλάτη του Βουλευτή. Η ανηφόρα κουραστική, αλλά δεν μας πτοούσε. Στα άλλα τόσα μέτρα αλλαγή και πάλι. Βγάλαμε την ανηφόρα με την βεβαιότητα ότι τώρα θα τον φτάσουμε στο αυτοκίνητο. Η απόσταση του Ναού από το αυτοκίνητο 600 περίπου μέτρα (ελέγχθηκε το βράδυ της ίδιας μέρας από τον δορυφόρο με την βοήθεια του υπολογιστή μου). Στο αυτοκίνητο μας περίμενε ο τρίτος της παρέας μας, ο Δάσκαλος Στέλιος Δημητρόπουλος, ο οποίος δεν μπόρεσε να μας ακολουθήσει λόγω που δεν το επέτρεπαν τα παπούτσια του.
Ο Σταυρός της Κοίμησις της Θεοτόκου βρίσκεται τώρα σε ασφαλές μέρος και σύντομα θα μεταφερθεί στον νέο Ναό, που, κατά την κατασκευή της λίμνης, χτίστηκε σε απόσταση 750 μέτρων Β. Δ. του παλιού. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί, ότι σύντομα θα επιστρέψει κι ο βουλευτής μας, μαζί με χωριανούς του, για την συγκομιδή και των υπόλοιπων οστών.
Για μας, η εύρεση και η μεταφορά του Σταυρού της Κοίμησις της Θεοτόκου, 5 - 6 ώρες πριν από την αλλαγή του χρόνου, ήταν Θείο δώρο. Η κούραση ανάταση ψυχής, που την θεωρούμε ευλογία. Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, μέχρι τούτη τη στιγμή που γράφω για τούτο το οδοιπορικό (μεσημέρι 1/1/2007), δεν κατάλαβα την παραμικρή κούραση ή τον παραμικρό πόνο στον ώμο μου! Ευχαριστώ τον Θεό και την Παναγία για το πολύτιμο αυτό Θείο δώρο. Ευχαριστώ και τον άνθρωπο Δημοσθένη Τσιαμάκη που μου έδωσε την αφορμή, την τιμή και τη χαρά να το μοιραστώ μαζί του.
Γιώργος Τάσιος, Φωτογράφος.
<<<ΠΙΣΩ>>>