Αντώνης Κατσαντώνης.
14. Το οδοιπορικό του θανάτου.
Ο Φραγγίστας, όπως αναφέραμε, πρέπει να είχε πιο έγκυρη πληροφόρηση από άλλους ερευνητές, σχετικά με τη ζωή του Κατσαντώνη. Ωστόσο, αυτά που υποστηρίζει για τα όσα συνέβησαν αμέσως μετά τη σύλληψή του δεν δείχνουν αληθοφανή.
Μόλις έπιασαν οι Τουρκαλβανοί τον Κατσαντώνη, ο Μουχουρτάρης διέταξε να ριχτεί μια μπαταριά. Τη μπαταριά αυτή άκουσαν οι σύντροφοι του Κατσαντώνη, που βρίσκονταν στην περιοχή Κρέντη και κατάλαβαν αμέσως το μεγάλο κακό που είχε συμβεί. Συνήθιζαν οι Τούρκοι αυτή την ενέργεια μετά από κάποιο κατόρθωμα.
Βέβαια είναι εντελώς απίθανο ν’ ακουστεί μια ομοβροντία πυροβολισμών από το Μοναστηράκι στου Κρέντη! (σ.δική μας: Η σπηλιά από την Κρέντη βρίσκεται σε ακτίνα 4.5 χλμ. και είναι βέβαιο ότι ακούστηκε).
Οι κλεφταρματολοί, αφού έμειναν άφωνοι για μια στιγμή, σαν να είχαν συνεννοηθεί, έβγαλαν όλοι μαζί μια άγρια κραυγή. Μ’ ένα στόμα αποφάσισαν να εκδικηθούν και να πάρουν από τα χέρια των αγαρηνών τον αρχηγό τους, έστω και πεθαμένο!
Ξεκίνησαν αμέσως για το Μοναστηράκι, αλλά ο Μουχουρτάρης με τον Κατσαντώνη και τον Χασιώτη αναχώρησε για το Καρπενήσι, αποφεύγοντας τη σύγκρουση με τους άνδρες του Λεπενιώτη.
Σ.Σ: Εάν αυτό είχε συμβεί η συμπλοκή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων ήταν αναπόφευκτη, γιατί ένα μόνο μονοπάτι συνέδεε τις δύο περιοχές.
Ο Φραγγίστας γράφει, επίσης, ότι επειδή οι άνδρες του Λεπενιώτη δεν πρόφτασαν τον Μουχουρτάρη, έτρεξαν πίσω του και έφτασαν μέχρι τα πρόθυρα του Καρπενησίου, στον Αη Θανάση, αλλά ο δερβέναγας είχε ήδη μπει στην πόλη!...
Στο χωρίς επιστροφή οδοιπορικό, είτε προς το Καρπενήσι είτε προς τα Γιάννενα, που είναι και το πιθανότερο, ο Κατσαντώνης ξέρει πολύ καλά ότι είναι τελευταία φορά που αντικρίζει τα αγαπημένα του βουνά. Γι’ αυτό, σύμφωνα με την παράδοση, ζήτησε να του δώσουν το τουφέκι του να ρίξει και να χαιρετήσει τα βουνά. Όπως και έγινε.
Ο σκοπός του όμως ήταν άλλος. Ήξερε ότι οι σύντροφοι του, που γνώριζαν καλά το «κελάηδημα» του τουφεκιού του, θα έτρεχαν να τον σώσουν από τους απεχθείς αγαρηνούς.
Όπως αναφέραμε δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο Μουχουρτάρης οδήγησε τον Κατσαντώνη και τον Χασιώτη στο Καρπενήσι. Η διαδρομή από το Μοναστηράκι έως την πρωτεύουσα της Ευρυτανίας είναι μεγάλη. Πάνω από 15 ώρες δρόμος. Και τι δρόμος! Μονοπάτια δύσβατα, περάσματα επικίνδυνα, στα οποία εύκολα θα μπορούσαν να είχαν στήσει ενέδρα οι κλεφταρματολοί. Θα διακινδύνευε ένα τέτοιο δρομολόγιο ο πανούργος και μοχθηρός Μουχουρτάρης; Απίθανο φαίνεται. Άλλωστε, εκείνο που τον ενδιέφερε πλέον ήταν να παραδώσει στον Αλή το «θήραμά» του!
Το πιθανότερο είναι ότι ο δερβέναγας ακολούθησε την πιο εύκολη και προσιτή λύση. Ακολουθώντας τη δεξιά πλευρά του Αγραφιώτη, κατέβηκε στα μέρη του Βάλτου και του Ξηρομέρου, όπου είχε ατονίσει κάθε αντίσταση, και από εκεί προχώρησε στον τελικό προορισμό του, τα Γιάννενα. Αυτός πρέπει να είναι ο λόγος που οι άνδρες του Λεπενιώτη, αν κινήθηκαν προς το Μοναστηράκι, από το Κρέντη, όπως αναφέραμε, δεν συνάντησαν τους Τουρκαλβανούς, γιατί βάδιζαν παράλληλα, αλλά και αντίθετα!
Αναφέραμε πιο πάνω ότι η σύλληψη του Κατσαντώνη έγινε το καλοκαίρι του 1808 και συγκεκριμένα τον Αύγουστο. Αυτό το χρόνο υιοθετούν οι σπουδαιότεροι ερευνητές και πρέπει να το δεχτούμε, γιατί συνηγορούν σ’ αυτό πολλά ιστορικά στοιχεία.
Πάντως, ασυμφωνία υπάρχει και γι’ αυτό το θέμα, αλλά και για το χρόνο της θανάτωσής του.
Ο Pouqueville, ο Fauriel, ο Emerson και άλλοι, δέχονται ότι ο Κατσαντώνης συνελήφθη το 1807, αλλά αυτό αποκλείεται γιατί τη χρονιά εκείνη έγινε η Συνέλευση της Λευκάδας.
Αντίθετα το 1808 δέχονται ο Φραγγίστας, ο Τσιγκόλης, ο Κασομούλης. Μάλιστα ο Φραγγίστας, ο οποίος γράφει ότι ο Λεπενιώτης ανέλαβε αρχηγός των Κατσαντωναίων μετά το θάνατο του αδερφού του, έδωσε μια σημαντική μάχη με τους Τούρκους, τον Μάιο του 1809, στην Παπαδιά Ευρυτανίας. Άρα ο αδερφός του Αντώνη θανατώθηκε τον προηγούμενο χρόνο. Συνεπώς, έχει λάθος ο Yemeniz ο οποίος υποστηρίζει ότι ο Κατσαντώνης πιάστηκε το 1809.
Ο Μουχουρτάρης, πριν ξεκινήσει για τα Γιάννενα, έστειλε έναν έμπιστο «ταχυδρόμο» να διαμηνύσει στον Αλή τα καθέκαστα. Ο ίδιος ο δερβέναγας με τους Τουρκαλβανούς φαίνεται ότι κάπου στάθμευσε για λίγες ημέρες, ίσως και στο Καρπενήσι, αν πήγε τελικά, μέχρι να κοπάσει η οργή των Χριστιανών και να σχεδιάσει καλά το δρομολόγιό του.
Στα Γιάννενα επικρατούσε πραγματικός πυρετός. Οι αγαρηνοί, σχεδόν με αγαλλίαση, περίμεναν να δουν από κοντά σιδηροδέσμιο τον Κλέφτη που τους είχε προξενήσει τόσες καταστροφές και οι Έλληνες με θλίψη για να θαυμάσουν τον ξακουστό Αγραφιώτη πολεμιστή.
Όλη η πόλη, γράφει ο Φραγγίστας, βγήκε για να υποδεχτεί τον Κατσαντώνη. Ο όχλος τον επευφημούσε ζωηρά (προφανώς οι Τουρκαλβανοί χλευαστικά), ενώ τα πυροβόλα έριχναν συνεχώς, δημιουργώντας πραγματικό πανδαιμόνιο.
Ο Μουχουρτάρης, αφού έδωσε διαταγή να φυλακιστούν οι όμηροι και να φρουρούνται αυστηρά, παρουσιάστηκε στον Αλή πασά. Ο τύραννος τον υποδέχτηκε με φιλοφρονήσεις και του χάρισε πολύτιμα δώρα.
Ο Αλής έδωσε διαταγή να οδηγήσουν μπροστά του τους δύο Κλέφτες. Γράφει σχετικά ο Φραγγίστας: Μόλις ο Αλής είδε την αγέρωχη και στρατιωτική μορφή του Κατσαντώνη, το κεραυνοβόλο του βλέμμα, τα μαύρα μαλλιά του, όπως του κόρακα τα φτερά, τη λερή φουστάνελα του, πάνω στην οποία άλλοτε λαμποκοπούσε η ασημένια ή επίχρυση πανοπλία του, αποφάσισε να μην τον σκοτώσει, λέγοντας: «Είναι κρίμα να φονευθεί τέτοιο παλικάρι»!
Έτσι διέταξε να τον φυλακίσουν σ’ ένα σπίτι μέχρι να πάρει την οριστική του απόφαση.
Η πράξη του, βέβαια, είχε ταπεινά ελατήρια. Την εποχή εκείνη ο Αλής είχε ξεσηκωθεί κατά του Σουλτάνου και προσπάθησε να καλοπιάσει τον Κατσαντώνη να γίνει σύμμαχός του, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης που θα του χάριζε τη ζωή.
Όμως, οι συγγενείς του Βεληγκέκα και των άλλων δερβεναγάδων που είχαν σκοτωθεί από τον Κατσαντώνη και έτρεφαν φοβερό μίσος εναντίον του, όταν άκουσαν ότι ο Αλής σκόπευε να του χαρίσει τη ζωή, έγιναν έξαλλοι. Παρουσιάστηκαν μπροστά του και τον παρακαλούσαν γονατιστοί να τον σκοτώσει. Μάλιστα έβαλαν και αυλικούς να μεσολαβήσουν και να τον πείσουν όχι μόνο να φονεύσει τον Κατσαντώνη, αλλά και να τον βασανίσει, συντρίβοντάς του τα πόδια!
Λέγεται ότι οι γονείς του Βεληγκέκα πρόσφεραν στον Αλή και μεγάλο χρηματικό ποσό, γιατί γνώριζαν ότι δεν μπορούσε ν’ αντισταθεί σε τέτοιο «επιχείρημα».
Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, ο Αλής επειδή πίστευε ότι ο Κατσαντώνης είναι πλούσιος, του πρότεινε να του χαρίσει τη ζωή με ένα μεγάλο περιουσιακό αντάλλαγμα, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν άφησε περιουσία. Ό,τι λάφυρα έπαιρνε από τους Τούρκους τα διέθετε για να συντηρεί τους άνδρες του.
Η φράση που του αποδίδεται ότι είπε «έρμα γρόσια», όταν τον βασάνιζαν, είναι μύθος, όπως τονίζει ο Δ. Σταμέλος.
Ο Κατσαντώνης, με την περηφάνια που τον διέκρινε και το μίσος που έτρεφε κατά του κατακτητή, δεν υπήρχε περίπτωση να δειλιάσει και να συμβιβαστεί με τον Αλή.
Εξάλλου, ο πασάς ήξερε πολύ καλά πως βασανίζοντας και εξοντώνοντας τον κορυφαίο καπετάνιο των κλεφταρματολών, θα τρομοκρατούσε και θα κατέπνιγε κάθε απόπειρα ανασύνταξής τους.
<<< Προηγούμενη - Επόμενη >>>
<<< Περιεχόμενα >>>