Καρπενήσι.
Εμφύλιος Πόλεμος 1946 - 1949. Η Μάχη του Καρπενησίου 19-21/1/1949
Ο εμφύλιος πόλεμος είναι, ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί ανάμεσα σε μέλη μιας ομάδας ανθρώπων με κοινή πορεία ζωής, ανεξάρτητα με τον αν οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν οικογένεια, χωριό, πόλη ή κράτος. Υπό το πρίσμα αυτό, νοήμων άνθρωπος δεν επιτρέπεται, όταν γίνεται αναφορά στα γεγονότα του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, να παίρνει, με οποιονδήποτε τρόπο, θέση και να καυχιέται για τα έργα, τις πράξεις και τις ημέρες της μιας ή της άλλης πλευράς, διότι δεν μπορούμε και δεν πρέπει να νιώθουμε υπερήφανοι για τα εκατέρωθεν "κατορθώματα". Κοντολογίς, αντί της μεροληπτικής στάσης και των κομπασμών, επιβάλλεται η σε βάθος μελέτη της περιόδου εκείνης και η ανάλυση των διαδραματισθέντων γεγονότων. Αυτό, για έναν και μοναδικό λόγο. Για να μην ξαναπέσουμε στα ίδια λάθη, τα οποία, στην προκειμένη περίπτωση, αφενός μεν σημάδεψαν, με μελανά και, μάλλον, ανεξίτηλα χρώματα, τη νεότερη ιστορία μας, αφετέρου, μέσα από την κατ' εξακολούθηση κτηνωδία, ανέδειξαν και το μέγεθος της απερίγραπτης απανθρωπιάς που κρύβει το ανθρώπινο είδος μέσα του.
Η ειρωνεία είναι, ότι ο εμφύλιος πόλεμος της δεκαετίας του '40, θυμίζει -για να μην πούμε, ότι αποτελεί πιστό αντίγραφο -τα αντίστοιχα γεγονότα που έλαβαν χώρα στον εμφύλιο πόλεμο του 1848. Τότε, οι εκατέρωθεν κατηγορίες για τους μεν ήταν "η εισβολή των Τούρκων", για τους δε το αυταρχικό ξενοκίνητο κράτος (η ξενοκρατία). Έτσι και τώρα, στον εμφύλιο του '46, έχουμε τις ίδιες αλληλοκατηγορίες, ήτοι "εισβολή Βουλγάρων" από τη μία, "ξενοκίνητο αυταρχικό κράτος" από την άλλη.
Αυτό συμπλέει με την πραγματικότητα που λέει, ότι ο Έλληνας λησμονεί εύκολα κι όποιος δεν γνωρίζει την ιστορία του, δεν είναι παρά ένα φύλο δένδρου που σέρνεται και παρασέρνεται από τους πέντε ανέμους. Βέβαια, σκοπός μας δεν είναι να αναλύσουμε τα του εμφυλίου πολέμου εδώ, αλλά να ιστορίσουμε κάποια γεγονότα που κυριολεκτικά, την περίοδο εκείνη, σημάδεψαν το Καρπενήσι.
Ας αγγίξουμε, όμως, ακροθιγώς έστω, αυτά τα ίδια τα γεγονότα.
Η μάχη του Καρπενησίου, άφησε πίσω της μόνο νεκρούς, νεκρούς κι απ' τα δυο στρατόπεδα. Νεκρούς, που 'ταν νέα παιδιά... παιδιά γεμάτα ζωή, που 'χαν γονείς, που 'χαν συγγενείς, που 'χαν όνειρα, αλλά... αλλά δεν "είχαν πατρίδα"! Ήταν παιδιά, ήταν παλλικαρόπουλα που 'μοιαζαν με άγριας τριανταφυλλιάς μπουμπούκια που 'ταν έτοιμα τον τόπο γύρω να μυρώσουν, αλλά η ...τύχη τους έμελλε να σβήσουν μέσα σ' εκείνων των ημερών την παγωνιά και να πνιγούν στον άπατο ωκεανό ενός μίσους ανυπέρβλητου, που το τριήμερο 19, 20 και 21 Ιανουαρίου του 1949 έγινε τρικυμία και φουρτούνα και κατάπνιγε κάθε τι το ανθρώπινο!
Η κατάληψη του Καρπενησίου από τον Δ.Σ.Ε. (Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας) που διήρκησε 18 ημέρες, από πολιτικής και στρατιωτικής άποψης, συντάραξε την υφήλιο. Αυτό καθ' αυτό το γεγονός, από ιστορικής άποψης, για τον σύγχρονο ιστορικό, έχει αξία για πάρα πολλούς λόγους, εντούτοις οι νεκροί, των μαχών εκείνων, δεν πέρασαν απλά σε δεύτερη μοίρα, αλλά ξεχάστηκαν κιόλας. Ξεχάστηκαν ολοσχερώς, λες κι ήταν αυτοί οι υπαίτιοι του κακού, λες κι αυτοί ήταν το ανάθεμα μιας μεγάλης πληγής και το στίγμα μιας ολόκληρης φυλής.
Τα ανεκδιήγητα γεγονότα, οι πράξεις ντροπής της τότε εποχής, όσο κι αν εμείς τα αποφεύγουμε ή κάνουμε πως τα λησμονούμε, τόσο εκείνα καρτερούν και πάλι σαν κατάρα την ευκαιρία. Αυτό ειδικότερα αφορά, τους αδιαφορούντες διαχειριστές της εξουσίας, που οι προκάτοχοί τους, για της καρέκλας τους το ...θώκο, θυσίασαν χωρίς κανένα ίχνος ντροπής σαράντα επτά χιλιάδες (47.000) ψυχές. Κι εμείς, τα θύματα, ως πνευματικά ανάπηροι, συνεχίζουμε να τους χειροκροτούμε!
Για το "Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας", η κατάληψη του Καρπενησίου, είχε πολύπλευρους στόχους.
Στόχους, όπως ο ανεφοδιασμός σε έμψυχο και άψυχο πολεμικό υλικό, η καθήλωση κυβερνητικών δυνάμεων στη περιοχή της Στερεάς, οι οποίες, μετά από την κάμψη του αντάρτικου στη Πελοπόννησο, συγκεντρώνονταν στη Μακεδονία για την τελική αναμέτρηση, αλλά και για λόγους γοήτρου, μιας και η ζυγαριά έγερνε πλέον προς τη μεριά των κυβερνητικών δυνάμεων.
Οι αντάρτες, στη διάθεση της επιχείρησης, διέθεταν την Ι Μεραρχία Θεσσαλίας με διοικητή τον Χαρίλαο Φλωράκη (Καπετάν Γιώτη), την ΙΙ Μεραρχία Στερεάς Ελλάδας με διοικητή τον Γιάννη Κομνά -Αλεξάνδρου (Καπετάν Διαμαντή), τη Σχολή Αξιωματικών του Δημοκρατικού Στρατού, καθώς και το Κ.Γ.Α.Ν.Ε. με διοικητή κάποιον με το επώνυμο Πέτσας.
Η Ι Μεραρχία μαζί με το Κ.Γ.Α.Ν.Ε. θα έκαναν την κρούση στη πόλη και η ΙΙ Μεραρχία θα ασφάλιζε όλες τις εισόδους περιμετρικά της πόλης, κυρίως τους δρόμους Λαμίας - Καρπενησίου και Αγρινίου - Καρπενησίου, προκειμένου να αποκρουστούν οι όποιες προσπάθειες ενίσχυσης των κυβερνητικών δυνάμεων.
Η πλευρά του Κυβερνητικού Στρατού, ο οποίος είχε στη διάθεσή του δυο (02) ενισχυμένα τάγματα πεζικού, χωροφυλακή, μαυροσκούφηδες, καθώς και ικανό αριθμό Μ.Α.Υ. (Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου), την παραμονή της επιχείρησης ενισχύθηκε με επιπλέον οπλίτες που μεταφέρθηκαν από τη Μακρακώμη.
Στο λόφο του Αγίου Δημητρίου νοτιοανατολικά της πόλης, στη θέση "Ρόβια" ανατολικά και στην Αγία Σωτήρα δυτικά, υπήρχαν απόρθητα φυλάκια στρατού, ενώ βόρεια, στη θέση "Δεξαμενή", ως και οι σκεπές των σπιτιών ήταν οχυρωμένες με στρατό.
Το ημερολόγιο έδειχνε 19 Ιανουαρίου 1949 και το ρολόι σημάδευε την 11η βραδινή, όταν οι πρώτοι πυροβολισμοί αναστάτωσαν τη μικρή πόλη και όσο περνούσε η ώρα, πύκνωναν όλο και περισσότερο.
Εκείνες τις ώρες, η Διοίκηση του Στρατού, υποτιμώντας την κατάσταση, βρίσκονταν σε ταβέρνα της πόλης, όμως, με το πέρασμα της ώρας, συνειδητοποίησε, ότι κάτι σοβαρό συμβαίνει. Οι αντάρτες, από τη θέση "Δεξαμενή", επιχειρούσαν να διεισδύσουν στο κέντρο της πόλης, ενώ παράλληλα χτυπούσαν και τα φυλάκια στη θέση "Ρόβια" και στη θέση "Αγία Σωτήρα". Η μάχη ήταν σφοδρή, οι σφαίρες από τα πολυβολεία έπεφταν βροχή και οι όλμοι ήταν ασταμάτητοι. Ξημέρωσε και στη "Δεξαμενή" η μάχη γίνονταν σώμα με σώμα και τα κορμιά έπεφταν το ένα μετά το άλλο. Οι αντάρτες, με σθεναρή αντίσταση, απέκρουαν με πείσμα τις απανωτές επιθέσεις των στρατιωτών, κράτησαν τη "Δεξαμενή" ολόκληρη τη μέρα.
Η κατάσταση και για τα δυο στρατόπεδα ήταν απελπιστική. Αυτό διήρκησε μέχρι που η διοίκηση των ανταρτών που βρίσκονταν στον Άγιο Αθανάσιο, αποφάσισε να αποσύρει τα τμήματα από το προγεφύρωμά τους στη θέση "Δεξαμενή". Όμως, το μήνυμα της απόσυρσης δεν το έλαβαν οι αντάρτες, επειδή το σύρμα που είχαν απλώσει για συνεννόηση κόβονταν συχνά από τις σφαίρες των πολυβόλων. Έτσι, παρέμειναν στις θέσεις τους μέχρι που ξανανύχτωσε. Όπως ήταν φυσικό, με τον ερχομό της νύχτας, άρχισαν να μειώνονται οι επιθέσεις του στρατού. Όμως, αυτό έδωσε ευκαιρία αντεπίθεσης στους αντάρτες, οι οποίοι, τις πρώτες νυχτερινές ώρες, κατάφεραν να εισβάλουν στα Καρπενησιώτικα σοκάκια.
Από το λόφο του Αγίου Δημητρίου, η Σχολή Αξιωματικών των ανταρτών (Κ.Γ.Α.Ν.Ε.), κατάφερε να πάρει τα συνθήματα εισόδου και να παραπλανήσει την εκεί φρουρά. Έτσι, τα πολυβόλα και οι όλμοι του φυλακίου, άρχισαν να βάλουν κατά των άλλων δύο φυλακίων, που, όπως προείπαμε, βρίσκονταν στις θέσεις "Ρόβια" και "Αγιά Σωτήρα".
Από την πρώτη στιγμή της μάχης, ο στρατός, από τη Λαμία και το Αγρίνιο, προσπάθησε να στείλει ενισχύσεις στο Καρπενήσι, άλλα, όπως, επίσης, προαναφέραμε, τα τμήματα της ΙΙ Μεραρχίας των ανταρτών παρεμπόδιζαν την προσέγγισή τους.
Η αντίστροφη μέτρηση για την άμυνα της πόλης άρχισε. Στρατός, Χωροφυλακή, ΜΑΥδες και παρακρατικοί, όλοι τους άρχισαν να την εγκαταλείπουν, αποχωρώντας άτακτα. Το πρωί, οι φαντάροι από τη θέση "Ρόβια" σήκωσαν λευκό πανί, ενώ στην "Αγία Σωτήρα" εγκατέλειψαν τις θέσεις τους από νωρίς.
Η μάχη κόπασε και στον ουρανό φάνηκε ένα αναγνωριστικό αεροπλάνο τύπου Harvard. Προσπαθούσε να δει ποια ήταν η κατάσταση στη πόλη, μιας και δεν υπήρχε ασύρματη επαφή με την διοίκηση στη Λαμία. Με την εμφάνισή του, άρχισε πάλι το τουφεκίδι και το μικρό αεροπλάνο άρχισε να χάνει ύψος, ώσπου αναγκάστηκε να προσγειωθεί στη θέση Άγιος Γεώργιος. Σε αυτό επέβαιναν δύο πιλότοι. Ο επισμηναγός Παναγιώτης Η. Τσούκας από το Παλιόκαστρο Τυμφρηστού και ο Αμερικανός αντισμήναρχος Selden R. Edner. Οι αντάρτες, στο αντίκρισμα του Αμερικανού- ο οποίος ήταν ζωντανός ακόμη -αφήνιασαν και τον σκότωσαν επιτόπου.
Το πρωί της 21ης Ιανουαρίου του 1949, οι αντάρτες κατέλαβαν το Καρπενήσι και αποχώρησαν από αυτό μετά από 18 ημέρες, δηλαδή στις 9 Φεβρουαρίου του 1949. Στο χρονικό διάστημα αυτό, κατάφεραν να εφοδιαστούν με ό,τι τους ήταν απαραίτητο. Τις πρώτες μέρες, οργανώθηκε συνεργείο από πολίτες της πόλης, για τη συλλογή των νεκρών από τη μάχη. Μιας και δεν υπάρχει επίσημη καταγραφή, ο αριθμός τους παραμένει άγνωστος. Ανεπίσημα, γνωρίζουμε, ότι, αντάρτες και στρατιώτες, ανέρχονται σε εκατοντάδες, οι οποίοι, στην πλειοψηφία τους, θάφτηκαν σε ομαδικούς τάφους στη θέση "Δεξαμενή". Άλλωστε, εκεί έπεσαν και οι περισσότεροι. Όμως υπάρχουν διάσπαρτοι και άλλοι τάφοι, όπως αυτοί των δεκαεπτά (17) νέων κοριτσιών που ανήκαν στη Ι Μεραρχία του Δ.Σ.Ε. και βρίσκονται θαμμένα στον αύλιο χώρο ενός μαντριού!!!
ΚΟΡΥΦΗ